Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Botswana-Μια υπέροχη χωρα της Αφρικής

Ταξίδι στη Μποτσουάνα


Ταξίδι στη Μποτσουάνα

Ταξίδι στη Μποτσουάνα

Φανταστείτε μια χώρα στο μέγεθος της Γαλλίας και με τον πληθυσμό του Παρισιού. Είναι τεράστια αλλά «άδεια». Ένα φυσικό περιβάλλον που δεν έχει επηρεαστεί από τον πολιτισμό. Εδώ θα βρείτε το Δέλτα του ποταμού Okovango, το μεγαλύτερο εσωτερικό δέλτα στον κόσμο, το οποίο βρίθει φυσικής ζωής. Η Μποτσουάνα είναι επίσης η πατρίδα του εθνικού πάρκου Chobe, το οποίο συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο αριθμό άγριων ζώων στην Αφρική, με τα κοπάδια των ελεφάντων να φτάνουν τα 500.
Αυτά τα καταφύγια άγριων ζώων (game reserves) διαθέτουν επίσης μερικά από τα πιο πολυτελή safari lodges σ’ ολόκληρη την Αφρική και ο αριθμός των επισκεπτών είναι αυστηρά περιορισμένος από το νόμο. Για όλους αυτούς τους λόγους, μερικοί άνθρωποι θεωρούν την Μποτσουάνα τον απόλυτο προορισμό για σαφάρι. To Abu Camp βρίσκεται σε μια αχανή ιδιωτική έκταση 180.000 εκταρίων πυκνής βλάστησης στην καρδιά του Δέλτα του ποταμού Οκαβάνγκο. Έχοντας πάρει την ονομασία του από ένα πολύ σπάνιο είδος ελέφαντα, υπήρξε η βάση απ’ όπου τα πρώτα safaries ελεφάντων ξεκίνησαν πριν από 17 χρόνια. Σήμερα η "κατασκήνωση" βρίσκεται στην άκρη μιας μεγάλης λιμνοθάλασσας η οποία φιλοξενεί ένα κοπάδι ιπποπόταμων.
Vumbura Plains camp is located in the Okovango delta, one of the most spectacular safari destinations in the world. Here you will see a great many of the animals for which safaris are famous: lions, leopards, elephants, cheetahs, buffalos, antelopes as well as and a large variety of birds.
The Vumbura Reserve offers both land and water activities: whether by 4X4, boating or walking.
 Μετά τα «ακραία παιχνίδια» στη Ζάμπια, ακολουθεί ένα μοναδικό σαφάρι στην ανεξερεύνητη Μποτσουάνα, γνωστή και ως «Ελβετία της Αφρικής»... Οσα ήξερα πραγματικά για την Μποτσουάνα; Με την άκρη του μυαλού μου θυμήθηκα πως είναι η χώρα για την οποία μου μιλούσε για τρεις συνεχόμενες μέρες και νύχτες ο ιδιοκτήτης του χόστελ στο Γιοχάνεσμπουργκ, στη Νότια Αφρική.
Τα τελευταία δέκα χρόνια διοργάνωνε εξορμήσεις από το Γιοχάνεσμπουργκ μέχρι το Λιβινγκστόουν στη Ζάμπια, διασχίζοντας με το ειδικά διαμορφωμένο τζιπάκι του όλη την έρημο Καλαχάρι. Νομίζω ότι είχε κάποιο είδος εξάρτησης με την Καλαχάρι, τη θεωρούσε κατά κάποιον τρόπο σπίτι του. Μου έλεγε απίστευτες ιστορίες που του είχαν συμβεί, όπως τότε που του έφυγε ένας Αγγλος τουρίστας για να βγάλει φωτογραφίες και τον βρήκε μετά δύο μέρες σε πλήρη αφυδάτωση, κάπου 500 μέτρα από την κατασκήνωση! Συνέχεια μου μιλούσε γι' αυτήν, τη θεωρούσε το μοναδικό σημείο πραγματικής άγριας φύσης στην Αφρική, μια και όλα τα άλλα μέρη είχαν κατά κάποιον τρόπο κατακτηθεί από τον πολιτισμό. Ακόμα και οι τελευταίες του λέξεις πριν φύγω ήταν «Ντιμίτρις, ντοντ φοργκέτ του ριντ δε μπουκ Δε κράι οφ Καλαχάρι» (Δημήτρη, μην ξεχάσεις να διαβάσεις το βιβλίο Το κλάμα της Καλαχάρι)!
ΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ
Αυτές οι εικόνες γυρνούσαν στο μυαλό μου, καθώς μαζί με τον Ντάβιντ, έναν Eλβετό σεφ από το Νταβός, στριμωγμένοι στο λεωφορείο, πηγαίναμε για το συνοριακό πέρασμα του Καζουνγκούλα. Το να διασχίσει κανείς αυτό το πέρασμα δεν ήταν διόλου εύκολη υπόθεση, κυρίως αν συμπεριλάβεις τις επιπλοκές του νόμου του Μέρφι!
Ηδη, από την προηγούμενη ημέρα, ο Μέρφι είχε δείξει τα δόντια του, καθώς, με έναν κανονισμό μόλις δύο εβδομάδων, οι ταξιδιώτες έχαναν το δικαίωμα να βγουν από τη Ζάμπια για λίγες μόνο μέρες -για να επισκεφτούν, για παράδειγμα, την Μποτσουάνα- κι έπρεπε να πληρώσουν ένα μικρό αντίτιμο παράτασης της ζαμπιανής βίζας. Επίσης, όποιος έβγαινε από τη χώρα θα χρειαζόταν να εκδώσει καινούργια βίζα εισόδου, δηλαδή, περίπου, άλλα 50 δολάρια. Μπορεί κανείς να σκεφτεί πως το έξτρα αυτό ποσό δεν είναι και τόσο υπερβολικό, αλλά, αν αναλογιστεί πόσες τέτοιες αναποδιές των 50 δολαρίων μπορούν να συμβούν σε ένα ταξίδι μερικών μηνών, τότε καταλαβαίνει πως ο προϋπολογισμός μπορεί να επαυξηθεί έως και 50%.
Το πέρασμα της Καζουνγκούλα δεν είναι ακριβώς πέρασμα. Πρέπει να πάρεις ταξί από το Λιβινγκστόουν για μερικά χιλιόμετρα έξω από την πόλη, μετά να βρεις λεωφορείο μέχρι τα σύνορα, να τελειώσεις με τα γραφειοκρατικά, να ελιχθείς ανάμεσα στις νταλίκες και στα φορτηγά και να βρεις μια καλή θέση σε σκιά για να περιμένεις το ποταμόπλοιο-σχεδία που θα διασχίσει το φαράγγι Ζαμβέζη, το φυσικό σύνορο Ζάμπια και Μποτσουάνα. Κι όλα αυτά, μαζί με την έκδοση της βίζα της Μποτσουάνα, να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις έξι το απόγευμα, οπότε κλείνει το πέρασμα. Πώς τα καταφέραμε ούτε που θυμάμαι. Απλώς μου έρχεται στο μυαλό η εικόνα που κατεβαίνει η καταπακτή του καρυδότσουφλου και κάτω από την οργή μιας τροπικής βροχής τρέχουμε μες στις λάσπες, έξι παρά δέκα, το πιο γρήγορο πεντακοσάρι της ζωής μας με όλο τον εξοπλισμό στην πλάτη. Τα είχαμε καταφέρει! Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν να βρισκόμαστε στην Μποτσουάνα μεν, στη μέση του πουθενά δε. Τελικά, ένα από τα φορτηγά σταμάτησε και μας πήγε ώς το Thebe River Camping λίγο έξω από το Κασάνε, τη συνοριακή πόλη της Μποτσουάνα και ορμητήριο για το εθνικό πάρκο του Τσόμπε. Η διαμονή κόστιζε μόλις 8 δολάρια, αλλά ήταν ένα από τα πιο οργανωμένα lodge που είχα δει μέχρι τώρα, ακριβώς δίπλα στις όχθες του ποταμού. Εκεί βρήκαμε το χρόνο να ρωτήσουμε και να οργανώσουμε τις επόμενες ημέρες και κυρίως να ενημερωθούμε για την ίδια την Μποτσουάνα.
ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΗ ΧΩΡΑ
Η Μποτσουάνα είναι μια χώρα στο μέγεθος της Γαλλίας, μόνο που το 85% καλύπτεται από την έρημο Καλαχάρι. Στο υπόλοιπο 15% ζουν ειρηνικά μόλις 1,6 εκατομμύριο άνθρωποι διαφορετικών φυλών. Αυτό το «ειρηνικά» έχει πραγματικά τεράστια σημασία για μια αφρικανική δημοκρατία.
 
Πολλοί την αποκαλούν «Ελβετία της Αφρικής», αφού τα τύμπανα του πολέμου δεν έχουν ηχήσει για πολλές δεκαετίες και οι εκλογές δεν συνεπάγονται εμφύλιο πόλεμο, όπως συμβαίνει στις περισσότερες γειτονικές χώρες. Ενα από τα πιο εντυπωσιακά στατιστικά της Μποτσουάνα είναι ότι η συνεχόμενη ειρήνη και η πολιτική σταθερότητα την κατέταξαν ως τη χώρα με τη μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη παγκοσμίως στο διάστημα 1966 - 1997!
Εκτός από τα διαμάντια και τους πολύτιμους λίθους, η Μποτσουάνα στηρίζεται και στον τουρισμό, όχι μόνο των τολμηρών που θα θελήσουν να διασχίσουν την Καλαχάρι, αλλά κυρίως αυτών που θα επισκεφτούν το Οκαβάνγκο Δέλτα, ένα από τα πιο διάσημα και εντυπωσιακά σημεία της αφρικανικής ηπείρου. Ο ποταμός Οκαβάνγκο, αφού διασχίσει την Αγκόλα και τη Ναμίμπια, καταλήγει στην Μποτσουάνα και δημιουργεί ένα δέλτα έκτασης 17.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, έναν απέραντο λαβύρινθο νησιών και λιμνών κι ένα οικοσύστημα με σπάνια βιοποικιλότητα.
Η στάθμη του δέλτα αυξομειώνεται αισθητά σε εξαμηνιαίους κύκλους, κάνοντας νησιά να εξαφανίζονται κάτω από τα νερά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και να επανεμφανίζονται το χειμώνα, προκαλώντας και την αντίστοιχη μαζική μετανάστευση των ζώων, άλλων στο εσωτερικό του δέλτα και άλλων διασχίζοντας την έρημο Καλαχάρι.
Ο ΜΑΚΡΥΣ ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΕΛΤΑ
Η κοντινότερη πόλη στο δέλτα είναι το Μαούν και παρά το γεγονός ότι ήταν δύσκολο να εγκαταλείψουμε το Thebe River Camping, ξυπνήσαμε κατά τις 4 τα χαράματα να μαζέψουμε τις σκηνές και να στηθούμε στη λεωφόρο, περιμένοντας να περάσει κάποιο ταξί ή τέλος πάντων κάποιο τροχοφόρο να μας πάει ώς τη στάση του λεωφορείου. Προορισμός μας το Μαούν. Οι ώρες περνούσαν απειλητικά και ώς τις 6 το μόνο που πέρασε ήταν ένα σκούτερ και μια πολυμελής οικογένεια ελεφάντων που διέσχισε νωχελικά το δρόμο. Τελικά, ως διά μαγείας, στις 6.30 η πλάση αφυπνίστηκε και πέρασε ένα τρακτέρ που μας πήγε σχεδόν ώς την πολυπόθητη στάση του λεωφορείου. Εκεί διαπιστώσαμε τι μας περίμενε τις επόμενες ώρες, αν όχι μέρες.
Στη στάση ήταν στοιβαγμένος αρκετός κόσμος και περίμενε υπομονετικά τα δύο και μοναδικά λεωφορεία, που σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα δεν πήγαιναν στο Μαούν, αλλά στο Νάτα, μια πόλη αρκετές ώρες νότια, απ' όπου, αν ήμασταν τυχεροί, θα περνούσε κάποιο όχημα -αυτή τη φορά- για Μαούν. Οταν έφτασε το πρώτο λεωφορείο, έγινε πραγματικός πανικός και πιαστήκαμε κυριολεκτικά στον ύπνο. Υστερα από περίπου μισή ώρα, που ήρθε το δεύτερο, είχαμε πιάσει στρατηγικές θέσεις. Το αστείο ήταν ότι ο αριθμός των λεωφορείων δεν ήταν καθόλου τυχαίος, καθώς το δεύτερο λεωφορείο ρούφηξε στην κυριολεξία τους πάντες. Ποτέ δεν είχα φανταστεί πόσο πολλοί μπορούν να χωρέσουν σε ένα λεωφορείο!
Στο Νάτα ήμασταν αρκετά τυχεροί, όχι γιατί η ανταπόκριση για Μαούν ήρθε στην ώρα της, αλλά γιατί άργησε αρκετά, ώστε να προλάβουμε να επαναφέρουμε την πλάτη μας, που είχε πάρει μια μόνιμη στάση «Γ» ή «Λ», στην καλύτερη περίπτωση.
Το βράδυ είχαμε τελικά καταφέρει να φτάσουμε έξω από το Back to the Bridge Backpackers, ένα από τα πιο γνωστά lodge της περιοχής. Ο ιδιοκτήτης του ήταν μια πραγματικά ιδιάζουσα προσωπικότητα. Είχε εγκαταλείψει εδώ και πολλά χρόνια τη φασαρία του Γιοχάνεσμπουργκ και είχε μετατρέψει ένα κομμάτι της όχθης του ποταμού Thamalakane σε μικρό παράδεισο. Οταν, μάλιστα, μας είδε να μπαίνουμε κρατώντας μια κιθάρα στο χέρι (απαραίτητο αξεσουάρ για ένα τέτοιο ταξίδι), άρχισε να τηλεφωνεί σε διάφορες μουσικούς της περιοχής για ένα «jam session», το οποίο κράτησε -ούτε λίγο ούτε πολύ- ώς τις 4 το πρωί.
Στο τέλος, αφού αναγκαστήκαμε να παίξουμε το «ζορμπάς, δε συρτάκι» για πολλοστή φορά, μας ρώτησε πόσες μέρες θέλουμε να πάμε στο δέλτα και χωρίς πολλές διεργασίες μάς έδωσε ραντεβού σε τρεις ώρες στην προβλήτα του lodge. Κανείς δεν πίστεψε ότι θα τηρούσαμε αυτό το ραντεβού, αλλά τελικά κατά τις 8 ήμασταν όλοι πάνω στο ιδιότυπο ποταμο-ταχύπλοό του. Ηταν μάλλον η ανυπομονησία μας να βιώσουμε την εμπειρία τού να κάνεις σαφάρι μέσα στο Οκαβάνγκο Δέλτα που λειτούργησε πιο δραστικά και από καφεΐνη.
ΟΚΑΒΑΝΓΚΟ ΔΕΛΤΑ
 
Η περιπέτεια στο δέλτα είναι μια περίπλοκη ίσως υπόθεση αν δεν βρεθείς εκεί και δεν σου δοθούν οι απαραίτητες εξηγήσεις από κάποιον που είναι γνώστης της περιοχής. Το δέλτα καλύπτει μια πραγματικά τεράστια περιοχή, γεμάτη μικρά και μεγαλύτερα νησάκια. Χωρίζεται σε ζώνες ανάλογα με τη θέση σου εκεί (inner/outer, east/west) και υπάρχουν παντού διάσπαρτα καταλύματα. Αυτά τα καταλύματα μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες όλων των επιπέδων και των απαιτήσεων.
Εμείς, ως γνήσιοι λάτρεις της περιπέτειας, διαλέξαμε να χρησιμοποιήσουμε τις σκηνές μας και να μαγειρέψουμε το φαγητό στη φωτιά μαζί με τον οδηγό μας πληρώνοντας κάτι λιγότερο από 100 ευρώ για 3 μέρες/2 νύχτες. Ωστόσο, πολλά από τα απομακρυσμένα lodge προσφέρουν διατροφή/διαμονή που ξεπερνά κάθε φαντασία, ενώ η πρόσβαση σε αυτά γίνεται μόνο με αεροπλάνο (διαθέτουν, μάλιστα, δικά τους μικρά αεροδρόμια), καθώς είναι βαθιά χωμένα μέσα στο δέλτα. Τα πιο διάσημα βρίσκονται στο εθνικό πάρκο του Moremi και η μία διανυκτέρευση κοστίζει πάνω από 1.000 - 1.500 ευρώ ανά άτομο, ενώ τα αεροπορικά χρεώνονται ξεχωριστά από 200 έως 400 ευρώ.
Η διαδρομή με το ταχύπλοο κράτησε κάπου μισή ώρα και ήταν μια απίστευτη εμπειρία, κάτι σαν να τρέχεις ξέφρενα με μοτοσικλέτα αγώνων σε μια πίστα μεγάλη όσο και το Οκαβάνγκο Δέλτα. Οταν φτάσαμε, βγήκαμε σε ένα μικρό νησί όπου υπήρχε ένα ψαροχώρι. Εκεί μας περίμεναν μαζεμένοι καμιά δεκαριά οδηγοί μοκόρο. Το μοκόρο είναι στην ουσία ένα είδος ινδιάνικης πιρόγας, φτιαγμένης από κορμό δέντρου και είναι το αποκλειστικό μέσο διακίνησης μες στο δέλτα (αν εξαιρέσεις τα τριθέσια αεροπλάνα!). Χωράει το πολύ δύο επιβάτες, τις αποσκευές και τον οδηγό, ο οποίος το κατευθύνει όρθιος, όπως οι γονδολιέρηδες στη Βενετία.
Οι οδηγοί μοκόρο της περιοχής του Σερόνγκα έχουν ιδρύσει το Okavango Poler Trust, μια ένωση που διαπραγματεύεται απευθείας τις τιμές των σαφάρι με τους διοργανωτές, αποφεύγοντας τους μεσάζοντες και τις ιδιωτικές συμφωνίες, οι οποίες μπορούν να απογειώσουν τις τιμές εις βάρος των οδηγών. Ολα τα έσοδα αναδιανέμονται και επενδύονται αποκλειστικά στην κοινότητα και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής. Αυτή η ιδιότυπη κολεκτίβα όχι μόνο υπερασπίζεται τα δικαιώματα των οδηγών και ρυθμίζει τα σαφάρι ώστε να έχουν όλοι δουλειά, αλλά είναι και υπεύθυνη για την τήρηση των κανόνων οικο-τουρισμού στο δέλτα.
Οταν βάλαμε πάνω στο μοκόρο και την τελευταία αποσκευή, το μοκόρο βυθίστηκε τόσο πολύ, που το νερό ξεπέρασε το χείλος του. Ο οδηγός μάς είπε να μην ανησυχούμε και να απολαύσουμε τη διαδρομή. Εγώ, πάλι, μες στον πανικό δεν ήξερα τι να τον πρωτορωτήσω, αν συμβαίνουν συχνά ατυχήματα ή αν υπάρχουν πεινασμένοι κροκόδειλοι στην περιοχή(;). Εν τέλει, βγάλαμε κάποια περιττά πράγματα και κάπως ανέβηκε το μοκόρο. Ξεκινήσαμε και η διαδρομή ήταν κάτι που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί. Αλλες φορές περνούσαμε από ατελείωτα δάση με νούφαρα και άλλες χανόμασταν σε πυκνά καλάμια.
Μια αχανής έκταση, όπου όλα έμοιαζαν ίδια. Ο οδηγός, όμως, φαινόταν να ξέρει καλά πού πάμε. Οι πολλές διαδρομές είχαν ανοίξει κάποιο είδος δικτύου δρόμων και λεωφόρων μες στις καλαμιές, ενώ συναντούσαμε και άλλους εκδρομείς. Οι οδηγοί σταματούσαν για λίγο, αντάλλασσαν νέα και μετά συνέχιζαν. Σε κάποιες «διασταυρώσεις» δημιουργήθηκε, μάλιστα, κυκλοφοριακό χάος, όταν 10 - 15 μοκόρο κόλλησαν το ένα πάνω στο άλλο.
ΩΡΑ ΓΙΑ ΣΑΦΑΡΙ
Το πρόγραμμα στο Οκαβάνγκο Δέλτα ήταν αυστηρό όσο και στο προηγούμενο σαφάρι στη Νότια Αφρική, όπου δεν έμενε στιγμή ανεκμετάλλευτη. Ξυπνούσαμε από πολύ πρωί και μετά 2 - 3 ώρες στο μοκόρο, βγαίναμε σε ένα άλλο νησί στο δέλτα, όπου κάναμε «walking safari». Το walking safari είναι μια εμπειρία που σου αφήνει ανάμικτα συναισθήματα. Υπάρχουν περιπτώσεις που περπατάς για ώρες και δεν συναντάς τίποτα, αλλά εκεί ξαφνικά μπορεί να εμφανιστεί μπροστά σου οποιοδήποτε ζώο.
Αυτό το «οποιοδήποτε» έχει μεγάλη σημασία, γιατί τη δεύτερη μέρα, εκεί που περπατούσαμε ανέμελα, ακούσαμε ένα θόρυβο μέσα από τους θάμνους. Ο οδηγός πάγωσε, άλλαξε 10 χρώματα και τότε είδαμε σε ελάχιστη απόσταση μπροστά μας ένα πολύμετρο μπλακ μάμπα να διασχίζει το μονοπάτι. Το μπλακ μάμπα είναι το πιο γρήγορο (μέχρι και 20 χλμ/ώρα), πιο μεγάλο (φτάνει τα 4,5 μέτρα) και πιο δηλητηριώδες φίδι στην Αφρική, αν όχι στον κόσμο. Το δηλητήριό του είναι τόσο ισχυρό που μπορεί να σκοτώσει μέσα σε 30 λεπτά, με πιθανότητα κοντά στο 100%. Ευτυχώς, εμείς δεν είχαμε δυσάρεστα, και εκτός από αυτό το απρόοπτο, τα υπόλοιπα ήταν μόνο ευχάριστες εκπλήξεις από ορδές ζεβρών, φαντασμαγορικά σμήνη πουλιών και πολυμελείς οικογένειες ελεφάντων. Μία από αυτές, μάλιστα, μας αγριοκοίταξε και το αρσενικό άρχισε να ρουθουνίζει πάλλοντας τα αυτιά του.
 
Εκεί ο οδηγός μάς ενημέρωσε ότι ο ελέφαντας είναι από τα πιο επικίνδυνα ζώα στον πλανήτη, σπάνια έχουν φυσικό αντίπαλο και όταν νιώσουν απειλούμενοι, μπορούν να σαρώσουν ολόκληρα χωριά στο πέρασμά τους.
Τα βράδια ήταν κάπως περίεργα στο δέλτα. Η επαφή με τη φύση ήταν τόσο ρεαλιστική, που σου ξυπνούσε τα ένστικτα επιβίωσης. Δεν είμαι σίγουρος αν κοιμήθηκα πραγματικά κανένα βράδυ. Νομίζω, όμως, πως εμπέδωσα πλήρως την έννοια του «λαγοκοιμάμαι», αφού σε ελάχιστη απόσταση από την κατασκήνωσή μας μπορούσες να ακούσεις όλο το ζωικό βασίλειο να παρελαύνει! Το πρώτο βράδυ, ένας μάλλον εκνευρισμένος μοναχικός ελέφαντας μούγκριζε σε απόσταση λιγότερη από 200 μέτρα. Από την άλλη πλευρά άκουγες όλη τη νύχτα ύαινες να χαχανίζουν, ενώ το δεύτερο βράδυ εκεί που είχα κάπως αποκοιμηθεί, ακούω τον Ντάβιντ να φωνάζει πανικόβλητος, καθώς ένα φίδι έκανε τη βόλτα του γύρω απ' τις σκηνές μας. Νομίζω πως εκείνο το βράδυ δεν άλλαξα πλευρό, φοβούμενος την οποιαδήποτε αλληλεπίδραση με τον απρόσκλητο επισκέπτη.
Το τελευταίο πρωί τα παζάρια μας έπιασαν τόπο και δεν πήγαμε για σαφάρι, αλλά πήγαμε για μερικές βουτιές και μαθήματα οδήγησης μοκόρο σε ένα κοντινό νησί που είχε μόνιμες κατασκηνώσεις. Εκεί, περικυκλωμένοι από τραπεζάκια, πλαστικές καρέκλες, αιώρες, ψυγεία και μαγειρεία, νιώσαμε σαν Νεάντερταλ που βγήκαν από τη μηχανή του χρόνου! Το απόγευμα πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το lodge, όπου ο ιδιοκτήτης είχε τα κέφια του. Φόρτωσε όλους τους ενοίκους, φαγητά και 2 - 3 καφάσια μπίρες και μας πήγε να δούμε το ηλιοβασίλεμα στον ποταμό Τhamalakane. Οταν γυρίσαμε στο lodge, τα όργανα ήταν ήδη κουρδισμένα και μας περίμεναν για άλλη μια «γκρικ νάιτ».
Αυτές ήταν και οι τελευταίες άνετες/ευρύχωρες στιγμές που θυμάμαι πριν στριμωχτούμε ξανά στο λεωφορείο της επιστροφής για τη Ζάμπια. Από εκεί θα παίρναμε το ταζάρα, το διάσημο τρένο που θα μας έβγαζε στον επόμενο σταθμό, την Τανζανία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου